Τι ωραία ζωή που θα ήταν αν όλα ήταν λίγο πιο πολύ όπως τα λέγανε οι Beatles...!
αλλά.... ας μην στενοχωριόμαστε.....
life goes on NAAAAAAAAAAAAAAAAAAAA nanarana life goes on.....!
Η σονάτα του σεληνόφωτος...
Ἄφησέ με ναρθῶ μαζί σου. Τί φεγγάρι ἀπόψε!
Εἶναι καλὸ τὸ φεγγάρι, - δὲ θὰ φαίνεται
ποὺ ἄσπρισαν τὰ μαλλιά μου. Τὸ φεγγάρι
θὰ κάνει πάλι χρυσὰ τὰ μαλλιά μου. Δὲ θὰ καταλάβεις.
Ἄφησέ με νἄρθω μαζί σου.
Ὅταν ἔχει φεγγάρι, μεγαλώνουν οἱ σκιὲς μὲς στὸ σπίτι,
ἀόρατα χέρια τραβοῦν τὶς κουρτίνες
, ἕνα δάχτυλο ἀχνὸ γράφει στὴ σκόνη τοῦ πιάνου
λησμονημένα λόγια - δὲ θέλω νὰ τ᾿ ἀκούσω. Σώπα
...
Θὰ καθίσουμε λίγο στὸ πεζούλι, πάνω στὸ ὕψωμα,
κι ὅπως θὰ μᾶς φυσάει ὁ ἀνοιξιάτικος ἀέρας
μπορεῖ νὰ φαντάζουμε κιόλας πὼς θὰ πετάξουμε,
γιατί, πολλὲς φορές, καὶ τώρα ἀκόμη, ἀκούω τὸ θόρυβο τοῦ φουστανιοῦ
μου,
σὰν τὸ θόρυβο δυὸ δυνατῶν φτερῶν ποὺ ἀνοιγοκλείνουν,
κι ὅταν κλείνεσαι μέσα σ᾿ αὐτὸν τὸν ἦχο τοῦ πετάγματος
νιώθεις κρουστὸ τὸ λαιμό σου, τὰ πλευρά σου, τὴ σάρκα σου,
κι ἔτσι σφιγμένος μὲς στοὺς μυῶνες τοῦ γαλάζιου ἀγέρα,
μέσα στὰ ρωμαλέα νεῦρα τοῦ ὕψους,
δὲν ἔχει σημασία ἂν φεύγεις ἢ ἂν γυρίζεις
οὔτε ἔχει σημασία ποὺ ἄσπρισαν τὰ μαλλιά μου,
δὲν εἶναι τοῦτο ἡ λύπη μου - ἡ λύπη μου
εἶναι ποὺ δὲν ἀσπρίζει κ᾿ ἡ καρδιά μου.
Ἄφησέ με νἄρθω μαζί σου.
Τὸ ξέρω πὼς καθένας μοναχὸς πορεύεται στὸν ἔρωτα,
μοναχὸς στὴ δόξα καὶ στὸ θάνατο.
Τὸ ξέρω.Τὸ δοκίμασα. Δὲν ὠφελεῖ.
Ἄφησέ με νἄρθω μαζί σου.
...
Τα χείλη του ποτηριού γυαλίζουν στο φεγγαρόφωτο
σαν κυκλικό ξυράφι--- πώς να το φέρω;
...
Βαθύ- βαθύ το πέσιμο,
βαθύ- βαθύ το ανέβασμα,
το αέρινο άγαλμα κρουστό μές στ' ανοιχτά φτερά του,
βαθειά- βαθειά ή αμείλικτη ευεργεσία της σιωπής ---
τρέμουσες φωταψίες της άλλης όχθης, όπως ταλαντεύεσαι μες στο ί-
διο σου το κύμα,
ανάσα ωκεανού. Ωραίος , ανάλαφρος
ό ίλιγγος τούτος, ---πρόσεξε θά πέσεις.Μην κοιτάς εμένα.
εμένα ή θέση μου είναι το ταλάντευμα--- ο εξαίσιος ίλιγγος.Έτσι κά-
θε απόβραδο
έχω λιγάκι πονοκέφαλο, κάτι ζαλάδες.
...
«Α, φεύγεις; Καληνύχτα.» Ὄχι, δὲ θἄρθω. Καληνύχτα.
Ἐγὼ θὰ βγῶ σὲ λίγο. Εὐχαριστῶ. Γιατί ἐπιτέλους, πρέπει
νὰ βγῶ ἀπ᾿ αὐτὸ τὸ τσακισμένο σπίτι.
Πρέπει νὰ δῶ λιγάκι πολιτεία, -ὄχι, ὄχι τὸ φεγγάρι -
τὴν πολιτεία μὲ τὰ ροζιασμένα χέρια της,τὴν πολιτεία τοῦ μεροκάμα
-του,
τὴν πολιτεία ποὺ ὁρκίζεται στὸ ψωμὶ καὶ στὴ γροθιά της
τὴν πολιτεία ποὺ ὅλους μας ἀντέχει στὴν ράχη της
μὲ τὶς μικρότητές μας, τὶς κακίες, τὶς ἔχτρες μας,
μὲ τὶς φιλοδοξίες, τὴν ἄγνοιά μας καὶ τὰ γερατειά μας
,-ν᾿ ἀκούσω τὰ μεγάλα βήματα τῆς πολιτείας,
νὰ μὴν ἀκούω πιὰ τὰ βήματά σου
μήτε τὰ βήματα τοῦ Θεοῦ,
μήτε καὶ τὰ δικά μου βήματα. Καληνύχτα.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)